Άρρηκτα συνδεδεμένη με την κτηνοτροφία,
η οικογένεια Καλογερόπουλου
στη Μεγαλόπολη Αρκαδίας
αποφάσισε να κάνει το επόμενο βήμα
και να καθετοποιήσει την παραγωγή της.
Το πάθος για την κτηνοτροφία
και έχει τη δική της ταυτότητα
Παράγουν ζωοτροφές, εκτρέφουν πρόβατα ελληνικών φυλών και ετοιμάζουν τη μεταποιητική τους μονάδα
Ένα όνειρο για τον 62χρονο Γιάννη Καλογερόπουλο παίρνει σάρκα και οστά, καθώς μαζί με τα τρία του παιδιά, τον Φάνη, την Βασιλική και τον Θεόδωρο, στήνουν τη δική τους μονάδα μεταποίησης ελληνικού πρόβειου γάλακτος. «Μια οικογενειακή επιχείρηση με τη δική της ταυτότητα, από την κτηνοτροφική μονάδα μέχρι τα προϊόντα», τονίζει στην «ΥΧ» ο Αρκάς κτηνοτρόφος. «Προϊόντα 100% ελληνικά, καθώς το παραγόμενο γάλα θα είναι από ελληνικές φυλές».
Την αγάπη του για τη γη την κληρονόμησε από την οικογένειά του. Αγάπη την οποία κληροδότησε με τη σειρά του και στα δικά του παιδιά. Αν και η ζωή τα έφερε αρχικά αλλιώς, καθώς εργάστηκε ως υπάλληλος στη ΔΕΗ, δεν εγκατέλειψε ποτέ το όνειρο. Όπως θυμάται, τον πρώτο του μισθό, εκείνο τον Φεβρουάριο του 1981, το έδωσε εξολοκλήρου για να αγοράσει δύο γερμανικά κριάρια! «Ποτέ δεν αισθάνθηκα δημόσιος υπάλληλος», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Σιγά – σιγά, και λίγο πριν την έλευση της νέας χιλιετίας η ενασχόλησή του με τηνπροβατοτροφία γίνεται εντατικά. Στο πλευρό του από την πρώτη στιγμή, η σύζυγός του Παρασκευή. Σήμερα εκτρέφουν 350 αρμεγόμενα πρόβατα, με την παραγωγή γάλακτος να κυμαίνεται από 90 έως 100 και πλέον τόνους τον χρόνο. «Οι φυλές μας είναι ελληνικές, διασταυρωμένες με χιώτικα, φριζάρτα. Και αυτό που θα προσπαθήσουμε να κάνουμε είναι να δημιουργήσουμε υβρίδια προβάτων ελληνικών φυλών με καραγκούνικα, φριζάρτα, χιώτικα».
Ο ίδιος είναι υπέρμαχος της εκτροφής προβάτων ελληνικής φυλής. «Οι φυλές που έχουμε ταιριάζουν παντού, κι αυτό μπορούν να το κάνουν όλοι. Λίγο να βοηθούσαν τα κέντρα γενετικής βελτίωσης και τα πανεπιστήμια, δεν θα υπήρχε κανένας λόγος να φέρουμε πρόβατα από το εξωτερικό», τονίζει. «Θα μπορούσαμε να βελτιώσουμε τα δικά μας ζώα για καλύτερες αποδόσεις. Άλλωστε, τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του γάλακτος και του κρέατός μας είναι σαφώς καλύτερα».
Σύμφωνα με τον κ. Καλογερόπουλο, τα πανεπιστήμια θα έπρεπε να είναι συνδεδεμένα με την παραγωγή. «Δυστυχώς, είναι κλειστοί χώροι όπου ανακυκλώνεται η γνώση, αντί να είναι ανοιχτοί προς την κοινωνία, και να βοηθούν όσους παράγουν. Θα έπρεπε να συνδέονται με την ύπαιθρο και ειδικά με τις κτηνοτροφικές μονάδες και να προσφέρουν έργο, στη διατροφή, στη γενετική βελτίωση, σε όλα, για να μην έχουμε το φαινόμενο της αθρόας εισαγωγής φυλών ασάφ και λακόν».
Τα βήματά τους όλα αυτά τα χρόνια, όπως μας λέει, ήταν πάντα αργά και σταθερά. «Δεν κάναμε ποτέ άλματα. Έχουμε γνώση για την καλλιέργεια της γης και παράγουμε τις ζωοτροφές μόνοι μας». Η οικογένεια παράγει όλες τις χονδροειδείς ζωοτροφές και προμηθεύεται καρπούς κ.ά. «Διαθέτουμε όλον τον απαραίτητο μηχανολογικό εξοπλισμό και με τη γνώση και την εμπειρία καλύπτουμε τις ανάγκες της μονάδας». Όσα έχουν καταφέρει, όπως μας λέει, έγιναν με ίδια κεφάλαια. «Δεν πήραμε ποτέ ούτε ένα δάνειο, ούτε μία επιδότηση», σημειώνει.
Τη σκυτάλη ετοιμάζονται να πάρουν πλέον τα τρία του παιδιά, που ολοκλήρωσαν με επιτυχία τις σπουδές τους στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο. «Οι δύο γιοι μου είναι γεωπόνοι – ζωοτέχνες και η κόρη μου Τεχνολόγος Τροφίμων», μας λέει με καμάρι.
Μάλιστα ο 29χρονος γιος του Φάνης έχει παρακολουθήσει και εξειδικευμένο σεμινάριο όσον αφορά την τεχνολογία γάλακτος στην Αμερικάνικη Γεωργική Σχολή της Θεσσαλονίκης, και ήδη παράγει το δικό του γιαούρτι, σε δοκιμαστικό επίπεδο. «Τώρα ετοιμάζουμε το εργαστήριο, το οποίο θα λειτουργήσει σε έναν περίπου χρόνο. Αυτήν τη στιγμή κάνουμε μια προεργασία, η οποία, όπως φαίνεται, έχει και αποδοχή. Στόχος μας είναι να μεταποιήσουμε όλη την παραγωγή μόνοι μας και να δώσουμε προστιθέμενη αξία στη δουλειά μας». Γιαούρτι, ρυζόγαλο, κρέμα και παγωτό, θα είναι τα πρώτα παραγόμενα προϊόντα της μονάδας.
Για τον Γιάννη Καλογερόπουλο, για να μπορέσει να ανταπεξέλθει ένας σύγχρονος κτηνοτρόφος στις δυσκολίες, ειδικά με την οικονομική κρίση, και να κάνει ένα βήμα παραπάνω, πρέπει να πληροί συγκεκριμένες προϋποθέσεις. «Να έχει όρεξη για δουλειά και να έχει γνώση. Πώς θα αντιμετωπίσει τα ζώα, τη γη, πότε θα σπείρει, πότε θα κόψει το σανό, πότε θα το μπολιάσει. Αυτά πρέπει να γίνονται με ακρίβεια. Διότι αν δεν γίνουν όπως πρέπει, θα έχει πρόβλημα». Επίσης, όπως εξηγεί, πρέπει να κατέχει γη και εξοπλισμό. «Και να ξέρει όλα αυτά να τα χρησιμοποιεί», τονίζει.
Η ζωή του κτηνοτρόφου είναι αφιερωμένη στα ζώα του. «Εάν δεν είσαι πάνω τους 365 ημέρες τον χρόνο δεν υπάρχει αποτέλεσμα, πρέπει να ελέγχεις κάθε μέρα τα πάντα. Είναι σαν να φροντίζεις ανθρώπους», αναφέρει. «Όσο πιο πολύ σε βλέπουν τα ζώα, τόσο πιο καλά αποδίδουν. Η συμπεριφορά απέναντί τους είναι το Α και το Ω. Έχουν και αυτά αντίληψη, καταλαβαίνουν».
Παράλληλα, όμως, επισημαίνει την ανάγκη αυστηροποίησης των ελέγχων από την πολιτεία, καθώς οι εισαγωγές λευκού τυριού έχουν αυξηθεί σημαντικά. «Πρέπει να προστατεύσει τη φέτα. Είναι η ναυαρχίδα της ελληνικής κτηνοτροφίας». Εκφράζει, δε, την ανησυχία του και για το μέλλον του πρόβειου γάλακτος. «Είναι πολλοί οι τυροκόμοι που ξέρουν τι σημαίνει κτηνοτροφική παραγωγή και δεν θέλουν να αγοράζουν το γάλα τζάμπα. Όμως, δεν μπορούν να ανταγωνιστούν κι εκείνον που θα κάνει τυρί με μισό ελληνικό γάλα και μισό ρουμάνικο ή σκοπιανό», τονίζει. «Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί οι Γάλλοι το ροκφόρ το πουλάνε ως ροκφόρ, και η τιμή του προϊόντος τους δεν πέφτει. Έχουν τεράστια ευθύνη οι μεγάλες βιομηχανίες».
Το πάθος για την κτηνοτροφία
είναι οικογενειακή υπόθεση
και έχει τη δική της ταυτότητα
Παράγουν ζωοτροφές, εκτρέφουν πρόβατα ελληνικών φυλών και ετοιμάζουν τη μεταποιητική τους μονάδα
Την αγάπη του για τη γη την κληρονόμησε από την οικογένειά του. Αγάπη την οποία κληροδότησε με τη σειρά του και στα δικά του παιδιά. Αν και η ζωή τα έφερε αρχικά αλλιώς, καθώς εργάστηκε ως υπάλληλος στη ΔΕΗ, δεν εγκατέλειψε ποτέ το όνειρο. Όπως θυμάται, τον πρώτο του μισθό, εκείνο τον Φεβρουάριο του 1981, το έδωσε εξολοκλήρου για να αγοράσει δύο γερμανικά κριάρια! «Ποτέ δεν αισθάνθηκα δημόσιος υπάλληλος», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Σιγά – σιγά, και λίγο πριν την έλευση της νέας χιλιετίας η ενασχόλησή του με τηνπροβατοτροφία γίνεται εντατικά. Στο πλευρό του από την πρώτη στιγμή, η σύζυγός του Παρασκευή. Σήμερα εκτρέφουν 350 αρμεγόμενα πρόβατα, με την παραγωγή γάλακτος να κυμαίνεται από 90 έως 100 και πλέον τόνους τον χρόνο. «Οι φυλές μας είναι ελληνικές, διασταυρωμένες με χιώτικα, φριζάρτα. Και αυτό που θα προσπαθήσουμε να κάνουμε είναι να δημιουργήσουμε υβρίδια προβάτων ελληνικών φυλών με καραγκούνικα, φριζάρτα, χιώτικα».
Ο ίδιος είναι υπέρμαχος της εκτροφής προβάτων ελληνικής φυλής. «Οι φυλές που έχουμε ταιριάζουν παντού, κι αυτό μπορούν να το κάνουν όλοι. Λίγο να βοηθούσαν τα κέντρα γενετικής βελτίωσης και τα πανεπιστήμια, δεν θα υπήρχε κανένας λόγος να φέρουμε πρόβατα από το εξωτερικό», τονίζει. «Θα μπορούσαμε να βελτιώσουμε τα δικά μας ζώα για καλύτερες αποδόσεις. Άλλωστε, τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του γάλακτος και του κρέατός μας είναι σαφώς καλύτερα».
Σύμφωνα με τον κ. Καλογερόπουλο, τα πανεπιστήμια θα έπρεπε να είναι συνδεδεμένα με την παραγωγή. «Δυστυχώς, είναι κλειστοί χώροι όπου ανακυκλώνεται η γνώση, αντί να είναι ανοιχτοί προς την κοινωνία, και να βοηθούν όσους παράγουν. Θα έπρεπε να συνδέονται με την ύπαιθρο και ειδικά με τις κτηνοτροφικές μονάδες και να προσφέρουν έργο, στη διατροφή, στη γενετική βελτίωση, σε όλα, για να μην έχουμε το φαινόμενο της αθρόας εισαγωγής φυλών ασάφ και λακόν».
Τα βήματά τους όλα αυτά τα χρόνια, όπως μας λέει, ήταν πάντα αργά και σταθερά. «Δεν κάναμε ποτέ άλματα. Έχουμε γνώση για την καλλιέργεια της γης και παράγουμε τις ζωοτροφές μόνοι μας». Η οικογένεια παράγει όλες τις χονδροειδείς ζωοτροφές και προμηθεύεται καρπούς κ.ά. «Διαθέτουμε όλον τον απαραίτητο μηχανολογικό εξοπλισμό και με τη γνώση και την εμπειρία καλύπτουμε τις ανάγκες της μονάδας». Όσα έχουν καταφέρει, όπως μας λέει, έγιναν με ίδια κεφάλαια. «Δεν πήραμε ποτέ ούτε ένα δάνειο, ούτε μία επιδότηση», σημειώνει.
Τη σκυτάλη ετοιμάζονται να πάρουν πλέον τα τρία του παιδιά, που ολοκλήρωσαν με επιτυχία τις σπουδές τους στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο. «Οι δύο γιοι μου είναι γεωπόνοι – ζωοτέχνες και η κόρη μου Τεχνολόγος Τροφίμων», μας λέει με καμάρι.
Μάλιστα ο 29χρονος γιος του Φάνης έχει παρακολουθήσει και εξειδικευμένο σεμινάριο όσον αφορά την τεχνολογία γάλακτος στην Αμερικάνικη Γεωργική Σχολή της Θεσσαλονίκης, και ήδη παράγει το δικό του γιαούρτι, σε δοκιμαστικό επίπεδο. «Τώρα ετοιμάζουμε το εργαστήριο, το οποίο θα λειτουργήσει σε έναν περίπου χρόνο. Αυτήν τη στιγμή κάνουμε μια προεργασία, η οποία, όπως φαίνεται, έχει και αποδοχή. Στόχος μας είναι να μεταποιήσουμε όλη την παραγωγή μόνοι μας και να δώσουμε προστιθέμενη αξία στη δουλειά μας». Γιαούρτι, ρυζόγαλο, κρέμα και παγωτό, θα είναι τα πρώτα παραγόμενα προϊόντα της μονάδας.
Για τον Γιάννη Καλογερόπουλο, για να μπορέσει να ανταπεξέλθει ένας σύγχρονος κτηνοτρόφος στις δυσκολίες, ειδικά με την οικονομική κρίση, και να κάνει ένα βήμα παραπάνω, πρέπει να πληροί συγκεκριμένες προϋποθέσεις. «Να έχει όρεξη για δουλειά και να έχει γνώση. Πώς θα αντιμετωπίσει τα ζώα, τη γη, πότε θα σπείρει, πότε θα κόψει το σανό, πότε θα το μπολιάσει. Αυτά πρέπει να γίνονται με ακρίβεια. Διότι αν δεν γίνουν όπως πρέπει, θα έχει πρόβλημα». Επίσης, όπως εξηγεί, πρέπει να κατέχει γη και εξοπλισμό. «Και να ξέρει όλα αυτά να τα χρησιμοποιεί», τονίζει.
Η ζωή του κτηνοτρόφου είναι αφιερωμένη στα ζώα του. «Εάν δεν είσαι πάνω τους 365 ημέρες τον χρόνο δεν υπάρχει αποτέλεσμα, πρέπει να ελέγχεις κάθε μέρα τα πάντα. Είναι σαν να φροντίζεις ανθρώπους», αναφέρει. «Όσο πιο πολύ σε βλέπουν τα ζώα, τόσο πιο καλά αποδίδουν. Η συμπεριφορά απέναντί τους είναι το Α και το Ω. Έχουν και αυτά αντίληψη, καταλαβαίνουν».
Παράλληλα, όμως, επισημαίνει την ανάγκη αυστηροποίησης των ελέγχων από την πολιτεία, καθώς οι εισαγωγές λευκού τυριού έχουν αυξηθεί σημαντικά. «Πρέπει να προστατεύσει τη φέτα. Είναι η ναυαρχίδα της ελληνικής κτηνοτροφίας». Εκφράζει, δε, την ανησυχία του και για το μέλλον του πρόβειου γάλακτος. «Είναι πολλοί οι τυροκόμοι που ξέρουν τι σημαίνει κτηνοτροφική παραγωγή και δεν θέλουν να αγοράζουν το γάλα τζάμπα. Όμως, δεν μπορούν να ανταγωνιστούν κι εκείνον που θα κάνει τυρί με μισό ελληνικό γάλα και μισό ρουμάνικο ή σκοπιανό», τονίζει. «Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί οι Γάλλοι το ροκφόρ το πουλάνε ως ροκφόρ, και η τιμή του προϊόντος τους δεν πέφτει. Έχουν τεράστια ευθύνη οι μεγάλες βιομηχανίες».
Πηγή: ypaithros.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου